Φαίνεται ότι οι Ναΐτες εγκαταστάθηκαν στον ελλαδικό χώρο μετά τη Δ’ Σταυροφορία και την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Λατίνους (13 Απριλίου 1204). Η συμμετοχή των Ναϊτών στη Δ’ Σταυροφορία ήταν μεγάλη και η προσφορά τους σημαντική. Το Τάγμα, 95 χρόνια μετά την ίδρυσή του, βρισκόταν στο απόγειο της δύναμής του. Είναι χαρακτηριστικό ότι την αποστολή των πολύτιμων δώρων που έστειλε μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης ο Βαλδουίνος της Φλάνδρας, ο κατακτητής και πρώτος Λατίνος αυτοκράτορας της Πόλης (1204-1206), προς τον Πάπα Ιννοκέντιο Γ’, την ανέθεσε στον Ναΐτη Μπαρόζι, κάτι που δείχνει τη μεγάλη εμπιστοσύνη που είχε προς το Τάγμα ο Βαλδουίνος, αλλά και το πόσο σημαντικοί ήταν οι Ναΐτες. «Είναι ηπιότεροι από πρόβατα και αγριότεροι από λέοντες. Συνδυάζουν την πραότητα των μοναχών με το μαχητικό θάρρος των ιπποτών τόσο τέλεια ώστε δεν γνωρίζω πώς να τους αποκαλέσω, ιππότες ή θεωρητικούς;» - Απόσπασμα από το έργο του Αγίου Βερνάρδου του Κλαιρβώ De Laudibus Novae Militiae (12 αιώνας): Καταπώς λέγεται, το κάστρο του Γερακιού υψώθηκε στα 1209 -μερικά χρόνια ύστερα δηλαδή από την Τέταρτη Σταυροφορία- από τον Φράγκο βαρόνο Γκυ ντε Νιβελέ. Άλλοι πάλι λεν ότι ο κτήτορας του κάστρου ήτο ο Ιωάννης, ο γιος του προαναφερόμενου, όστις και θεμελίωσε το καστέλι κάπου περί τα 1250. Στην πραγματικότητα και τις δυο αυτές πληροφορίες τις βρίσκουμε εις το μεσαιωνικό έμμετρο κείμενο του Χρονικού του Μορέως. Όπως συνέβαινε σε πολλά κάστρα και καστελάκια φραγκικά, στον τόπο του Μορέως ύστερα από την Τέταρτη Σταυροφορία, να βαπτίζονται από τους ιδρυτές τους με αντίστοιχα ονόματα προϋπαρχόντων φραγκικών φρουρίων ανεγερμένων στα Σταυροφορικά Κράτη ή στα πατρώα εδάφη τους (τουτέστι της Βουργουνδίας, της Καμπανίας, της Τουλούζης και άλλων περιοχών της σημερινής Γαλλίας, Νορμανδίας και Βελγίου), κατά τον ίδιο τρόπο έλαβε, κατά τον Ώριμο Μεσαίωνα, την ονομασία του κι ένα ακόμη κάστρο της πατρίδας μας, βρισκόμενο στη μανιάτικη γη. Πρόκειται για ένα φρούριο, το οποίο παραδόξως φέρει αρκετές ονομασίες, όπως «Κάστρο του Λεύκτρου», «Beaufort (σημαίνει Ωραιόκαστρο γαλλιστί)», «Κάστρο του Μαρμαρωμένου Βασιλιά» (ονομασία μεταγενέστερη των υπολοίπων) και τελικώς, όπως φανέρωσα σε εργασία μου πριν από μερικά έτη, Κάστρο «Cisterna Rubea». Στα 1259, ο πρίγκιψ του Μορέως Γουλιέλμος Βιλλεαρδουίνος, αιχμαλωτίζεται κατά τη διάρκεια της περίφημης Μάχης της Πελαγονίας. Τρία έτη κατόπιν, εξαργυρώνει από τον αυτοκράτορα του Βυζαντίου Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγο τη λευτεριά του, παραχωρώντας του σωρεία σημαντικών κάστρων: τον Μυστρά, την Μονεμβασία, το Γεράκι, τη Μεγάλη Μαΐνη, το Λεύκτρο (Cisterna Rubea) και σίγουρα και άλλα μικροκάστελα πέριξ των ανωτέρω. Θα τολμήσω να ειπώ δυο απ’ αυτά που μου ταιριάζουνε λόγω θέσης, μιας και βρίσκονται στα κοντινά με του Γερακίου τα περάσματα προς τις νότιες υπώρειες της Τσακωνιάς.»
Η
παρουσία και δράση των Ναϊτών στην Ελλάδα είναι ενδεικτική αρχικά για την
διασπορά του Τάγματος σε όλη την Ευρώπη και ιδιαίτερα στους τόπους όπου η
Παπική παρουσία και επιρροή υπήρχε. Από την άλλη πλευρά
αποκαλύπτεται και ο ρόλος που διαδραμάτισαν σε συνδυασμό με τα υπόλοιπα
μοναστικά τάγματα και τους κατακτητές Φράγκους. Η γεωγραφική διασπορά των
Ναϊτών στον σημερινό ελληνικό χώρο ήταν στην Πελοπόννησο, κατά κύριο λόγο, στην
περιοχή της Λαμίας και της Θήβας και σε μικρότερο βαθμό στην περιοχή της
Χαλκίδας. Οι
ιδιοκτησίες που απέκτησαν οι Ναΐτες στον Ελλαδικό χώρο ξεκινούν, χρονικά, από
το 1204 και τερματίζονται περίπου το 1306. Παρουσία των Ναϊτών
στην περιοχή των Αθηνών δεν φαίνεται να αποδεικνύεται από έγγραφα αλλά υπάρχουν
κάποιες αναφορές για το βυζαντινό παρεκκλήσι της μονής στο Δαφνί, λίγο έξω από
την Αθήνα, και ένα παρεκκλήσι σε κατοικία στο κέντρο της Αθήνας όπου οι
διερχόμενοι Ναΐτες χρησιμοποιούσαν σαν άσυλο. Οι Ναΐτες είχαν εγκατασταθεί
κυρίως στην Πελοπόννησο, τη Λαμία, τη Θήβα και, σε μικρότερο βαθμό, στην
Εύβοια. Πρώτη ιδιοκτησία των Ναϊτών ήταν η περιοχή της Σατάλια στην Εύβοια
(Satalia- Negroponte), η οποία τους κληρονομήθηκε από τον Ζακ ντ’ Αβάνς της
Φλάνδρας, ο οποίος την είχε κατακτήσει το 1204. Τον Απρίλιο του 1204 του
παραχωρήθηκε και επίσημα από τον Βαλδουίνο. Το 1207 ο Ζακ ντ’ Αβάνς, μην
έχοντας κληρονόμους, κληροδότησε την περιοχή γύρω από την Χαλκίδα στους Ναΐτες.
Αυτή η παραχώρηση επικυρώθηκε την 31η Οκτωβρίου 1208 από τον Πάπα Ιννοκέντιο
Γ’.
Ως αντιστάθμισμα των εδαφών που έχασαν στη Φθιώτιδα οι Ναΐτες, ο πάπας
Ιννοκέντιος Γ’ τους παραχώρησε τη Μονή του Οσίου Λουκά και τη γύρω περιοχή,
καθώς και την οικία «Φιλοκαλία» στη Θεσσαλονίκη. Επίσης, ο Λατίνος επίσκοπος
Θηβών τους παραχώρησε και τους κήπους . Η Ανδραβίδα υπήρξε το
σημαντικότερο και μακροβιότερο στρατόπεδο -βάση των Ναϊτών στον Μοριά. Η
βορειοδυτική ακτή της Πελοποννήσου που έλεγχε τη θαλάσσια οδό των προσκυνητών
που ξεκινούσαν από τη νοτιοδυτική Ιταλία με προορισμό τους Αγίους Τόπους ήταν
υπό την εποπτεία τους. Τα έσοδα από την εκμετάλλευση των φέουδων, τα κόμιστρα
μεταφοράς προσκυνητών και εμπορευμάτων στους Αγίους Τόπους, τις εξαγωγές των
πελοποννησιακών προϊόντων Η παρουσία των Ναϊτών στην Ελλάδα τερματίστηκε λίγο
πριν το τέλος του 1306. Αναχώρησαν για άγνωστους λόγους. Δεν υπάρχουν στοιχεία
για συλλήψεις και δίκες Ναϊτών στην Ελλάδα. Όπως έχουμε αναφέρει, την αυγή της
Παρασκευής 13 Οκτωβρίου συνελήφθησαν στη Γαλλία 15.000 Ναΐτες και έτσι άρχισε η
ραγδαία διάλυση του Τάγματος. Για τους Ναΐτες της Ελλάδας υπάρχει μόνο μια
επιστολή του πάπα Κλήμη Ε’ στις 21 Νοεμβρίου 1307 που απευθύνεται στον Δούκα
του Τάραντα Φίλιππο και τον εξουσιοδοτεί να προχωρήσει στην κατάσχεση της
περιουσίας των Ναϊτών στο Πριγκιπάτο της Αχαΐας αλλά και στην υπόλοιπη Ελλάδα.
ΓΡΑΦΕΙ ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ