
Σύμφωνα με την ειδική
σχετικότητα του Αϊνστάιν, ο χρόνος δεν είναι απόλυτος, αλλά ελαστικός, και
μπορεί να επιβραδυνθεί για έναν κινούμενο παρατηρητή σε σύγκριση με έναν
ακίνητο. Αυτό σημαίνει ότι, θεωρητικά, κάποιος που ταξιδεύει πολύ γρήγορα θα
βιώσει το χρόνο πιο αργά, ερχόμενος ουσιαστικά πιο κοντά στο μέλλον του. Συχνά,
το ταξίδι στον χρόνο συγχέεται με την κβαντική θεωρία των πολλαπλών συμπάντων,
(εδώ να σημειώσω ότι άνθρωποι που ασχολούμαστε σοβαρά με την ερευνά, έχουμε
έρθει σε επαφή με όμοιες καταστάσεις) όπου μέσω της χρονομηχανής (εδώ ο αναγνώστης να θεωρήσει χρονομηχανή και
τον ανθρώπινο εγκέφαλο) ο χειριστής της αλλάζει την έκβαση ιστορικών γεγονότων
και ο ίδιος έτσι μεταφέρεται σε έναν εναλλακτικό κόσμο με διαφορετική ιστορική
εξέλιξη. Το ταξίδι προς τα εμπρός στο χρόνο, έξω από τη συνήθη έννοια της
αντίληψης του χρόνου, είναι ένα εκτενώς παρατηρούμενο φαινόμενο και είναι καλά
κατανοητό στο πλαίσιο της ειδικής σχετικότητας Η άποψη των ανθρώπων για τον
χρόνο έχει αλλάξει θεαματικά στη διάρκεια των αιώνων. Στους αρχαίους πολιτισμούς
συνδεόταν με την εξέλιξη και τη μεταβολή και ήταν εδραιωμένη στους κύκλους και
τους ρυθμούς της φύσης. Το έργο του Αϊνστάιν συνέτριψε τη θεώρηση του Νεύτωνα
τόσο για τον χώρο όσο και για τον χρόνο, αφαίρεσε κάθε νόημα από την παγκόσμια
διαίρεση του χρόνου σε παρελθόν, παρόν και μέλλον και έστρωσε τον δρόμο για το
ταξίδι στον χρόνο. Ο Αϊνστάιν διαπίστωσε ότι όσο πιο γρήγορα κινείσαι στο χώρο,
τόσο πιο αργά κινείσαι στο χρόνο – γερνάς πιο αργά. Αν ένα διαστημόπλοιο πετούσε με το 99%
της ταχύτητας του φωτός, θα το βλέπατε να διανύει απόσταση ενός
έτους φωτός σε χρόνο λίγο περισσότερο από ένα έτος. Αυτό είναι αρκετά προφανές,
ωστόσο για τους αστροναύτες που θα επέβαιναν σε αυτό το διαστημόπλοιο, το
ταξίδι θα διαρκούσε μόλις επτά εβδομάδες. Πρόκειται για μια
συνέπεια της σχετικότητας που ονομάζεται «διαστολή του χρόνου»
και στην πραγματικότητα σημαίνει ότι οι αστροναύτες έχουν μεταπηδήσει περίπου
10 μήνες στο μέλλον. Οι τροχιές στο χωρόχρονο που γυρίζουν πίσω στο παρελθόν
ονομάζονται «κλειστές
χρονικές καμπύλες». Αν ψάξετε σε σοβαρά ακαδημαϊκά περιοδικά,
θα βρείτε πολλές αναφορές σε αυτές – πολύ περισσότερες από όσες θα βρείτε για
το «ταξίδι στο χρόνο». Αλλά στην πραγματικότητα, αυτό ακριβώς είναι το νόημα
των κλειστών χρονικά όμοιων καμπυλών: το ταξίδι στο χρόνο. Ένας οπαδός του Dr Who, θα μπορούσε να
γκρινιάξει ότι η έννοια του ταξιδιού στο χρόνο, μολονότι ιδιαίτερα
διασκεδαστική, είναι απλά παράλογη και δεν έχει θέση στην αληθινή επιστήμη.
Ωστόσο, όχι μόνο οι νόμοι της φυσικής επιτρέπουν το ταξίδι στο χρόνο, αλλά έχει
αποδειχτεί εφικτό σε πολλά πειράματα. Σύμφωνα με την Νεύτωνα- φυσική “ο χρόνος
είναι ο τρόπος της φύσης να σταματάει ότι συμβαίνει μονομιάς!”, όμως μελετώντας
τη φύση του φωτός,διαπιστώνεται ότι ο χρόνος και ο χώρος δεν είναι ανεξάρτητοι
αλλά στενά συνδεδεμένοι.! Όσο πιο κοντά στην ταχύτητα του φωτός κινείται ένα
ρολόι, τόσο πιο αργά κτυπάει, όπως φαίνεται από παρατηρητές που το βλέπουν από
μακριά (ίσως τώρα κατανοούν οι συνεργάτες μου γιατί επιμένω να λέω, ότι κάνεις
κάντο γρήγορα). Πώς μπορούμε να επισκεφτούμε έναν χρόνο που δεν έχει ακόμη
συμβεί; Το ταξίδι στο μέλλον μέσω ταχείας κίνησης δεν προϋποθέτει ότι το μέλλον
είναι ήδη ‘εκεί έξω’ περιμένοντας για εμάς. Σημαίνει ότι κινούμαστε έξω από το
χρονικό πλαίσιο οποιουδήποτε άλλου και μέσα σε κάποιο στο οποίο ο χρόνος
κινείται πιο αργά. Ενώ εμείς βρισκόμαστε σε αυτή την κατάσταση, ο χρόνος έξω
κυλάει πιο γρήγορα και το μέλλον ξεδιπλώνεται με μεγάλη ταχύτητα. Όταν
επανερχόμαστε στο αρχικό χρονικό πλαίσιο θα έχουμε φτάσει στο μέλλον πιο
γρήγορα από κάθε άλλον. Το 1895, όταν ο Χ. Τζ. Γουέλς άνοιξε το δρόμο με το
μυθιστόρημα του «Η Μηχανή του Χρόνου», οι συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας
αξιοποίησαν το θέμα αυτό πολλάκις. Όταν κάνουμε ένα βαρετό πράγμα, ο «χρόνος»
κυλάει αργά, λες και οι δείκτες του ρολογιού έχουν κολλήσει. Αντίθετα όταν κάνουμε
κάτι το οποίο μας αρέσει, μας γεμίζει, το αγαπάμε, τότε δεν προλαβαίνουμε να
καταλάβουμε πως πέρασε η ώρα. Αποτελούμαστε από φως, που δονείται με μία
συχνότητα. Όταν δονείται απελπιστικά αργά τότε αυτό το λέμε ύλη. Όσο σε πιο
αργή συχνότητα βρισκόμαστε, τόσο δυσβάσταχτος και βαρετός είναι ο κόσμος μας,
εκεί τότε έχει πολύ «χρόνο». Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και το
Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ για τις Ανθρώπινες Γνωστικές Επιστήμες του Εγκεφάλου,
διεξήγαγαν ένα πείραμα, αρχικά στις ΗΠΑ και στη συνέχεια στη Γερμανία. κατά τη
διάρκεια Λειτουργικής Απεικόνισης Μαγνητικού Συντονισμού (fMRI). Ζητήθηκε στους συμμετέχοντες να φανταστούν ότι συναντούν κάποιον που
συμπαθούσαν από τη σχετική λίστα που είχαν συντάξει, σε ένα από τα ουδέτερα γι’
αυτούς συναισθηματικά περιβάλλοντα. Το εύρημα της έρευνας που δείχνει ότι οι
στάσεις μας μπορούν να αλλάξουν μέσω της φαντασίωσης, επιβεβαιώνει ότι ο
εγκέφαλος όχι μόνο έχει την ικανότητα να διατηρεί το φαντασιακό πλαίσιο ενός
συγκεκριμένου μέρους στο μυαλό μας, αλλά και κωδικοποιεί την αξιολόγησή μας για
ένα πραγματικό μέρος. Έτσι, οι φαντασιώσεις, μοιάζουν με πραγματικά γεγονότα,
καθώς μπορούν να επηρεάσουν τη στάση μας απέναντι στον πραγματικό κόσμο. Τα
διαστημικά τηλεσκόπια της NASA επίσης, μας δίνουν
επίσης έναν τρόπο να κοιτάξουμε πίσω στο χρόνο. Τα τηλεσκόπια μας βοηθούν να
δούμε αστέρια και γαλαξίες που βρίσκονται πολύ μακριά. Χρειάζεται πολύς χρόνος
για να φτάσει το φως από μακρινούς γαλαξίες. Έτσι, όταν κοιτάμε τον ουρανό με
ένα τηλεσκόπιο, βλέπουμε πώς έμοιαζαν αυτά τα αστέρια και οι γαλαξίες πριν από
πολύ καιρό. Οι αστρονόμοι έχουν ανακαλύψει πολύ περισσότερα τέτοια αντικείμενα
και έχουν συμπεράνει πως η βαρύτητα στην επιφάνεια τους είναι αρκετά μεγάλη
ώστε να προκαλέσει στρέβλωση του χρόνου. Ένα ρολόι σε έναν αντιπροσωπευτικό
αστέρα νετρονίων θα χτυπούσε 30% πιο αργά από ότι στη Γη. Σε μια σειρά
προσεκτικά σχεδιασμένων και εκτελεσμένων πειραμάτων που πραγματοποιήθηκαν στο CERN, σωματίδια που ονομάζονται μιόνια τέθηκαν σε κυκλική κίνηση στο εσωτερικό
ενός μικρού επιταχυντή, με σκοπό να ελεγχθεί με υψηλή ακρίβεια η εξίσωση του
Αϊνστάιν για τη διαστολή του χρόνου. Τα μιόνια είναι ασταθή σωματίδια και
διασπώνται με γνωστή διάρκεια ημιζωής. Όταν τα μιόνια κινήθηκαν στο εσωτερικό
του επιταχυντή με 99,7% της ταχύτητας του φωτός, η μέση διάρκεια ζωής τους
αυξήθηκε κατά δώδεκα φορές. Κοινώς, υπερβήκαν την χρονική τους ύπαρξη επί 12.
Όπως έχει ήδη καταλάβει ο αναγνώστης, στην ερώτηση “υπάρχει το ταξίδι στον
χρόνο;” η ίδια η επιστήμη επιβεβαιώνει με τις θεωρίες της ότι, ναι είναι εφικτό
και εγώ προσωπικά θα απαντήσω ότι φυσικά και μπορώ να ταξιδεύω στον χρόνο!
ΓΡΑΦΕΙ ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ