Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2024

ΑΝΑΛΥΣΗ ΣΤΗΣ ΝΕΡΑΙΔΕΣ

 

                                                                            



Η νεράιδα είναι η κοινότερη κατηγορία των πλασμάτων της ελληνικής λαογραφίας. Ο όρος είναι τόσο διαδεδομένος ώστε πολλές φορές όντα που ανήκουν σε άλλες κατηγορίες περιγράφονται ως νεράιδες.

 

Η σύγχρονη λατρεία της Παναγίας αποτελεί μια μεταφορά του φαινομένου στη σύγχρονη εποχή. Γιατί κάθε τόπος έχει και την ιδιαίτερη Παναγία του με το χαρακτηριστικό επίθετο – πράγμα που δεν συμβαίνει με τις αρσενικές θεότητες; Ο Χριστιανισμός είναι μια κατεξοχήν ηλιακή/φαλλοκρατική θρησκεία. Όμως κανένα μαγικοθρησκευτικό σύστημα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς τη θηλυκή αρχή.Η απαγωγή ανθρώπων από νεράιδες έχει πολλές ομοιότητες με τις περίφημες απαγωγές ανθρώπων από εξωγήινους. Και στις δύο περιπτώσεις, ο απαχθείς ανακαλύπτεται σε αρκετή απόσταση από την τοποθεσία της απαγωγής, ζαλισμένος και αποπροσανατολισμένος. Πολλές φορές δεν θυμάται τίποτα, παρά μόνο με τη βοήθεια της ύπνωσης. Ένα πανάρχαιο πρότυπο επιβιώνει με διαφορετική μορφή.Το συναπάντημα με νεράιδες είναι σχεδόν πάντα επικίνδυνο. Οι νεράιδες αφαιρούν τη λαλιά και προξενούν σωματικές βλάβες. Δεν πειράζουν τους εφταμηνίτες, εκείνους που κατάγονται από νεράιδες και όσους έχουν ισχυρό προστάτη άγγελο. Ας θυμηθούμε εδώ πως στην αρχαιότητα «νυμφόληπτος» λεγόταν όποιος είχε τρελαθεί – τον είχαν πάρει κυριολεκτικά οι Νύμφες, δηλ. οι αρχαίες νεράιδες.Η ώρα πλησιάζει μεσάνυχτα. Το εξοχικό τοπίο παίρνει μια άλλη όψη κάτω από το φως του ολόγιομου φεγγαριού. Μέσα στη σιγαλιά της νύχτας όλα φαίνεται να έχουν σταματήσει. Δεν φυσάει ούτε πνοή ανέμου. Μέχρι και το νερό στη λιμνούλα φαίνεται να έχει αποκοιμηθεί. Όλα μοιάζουν να έχουν παγώσει μέσα σε μια αιώνια, άχρονη στιγμή. Είναι η άφωνη ώρα. Μια λευκωπή λυγερόκορμη φιγούρα εμφανίζεται πίσω από μια πυκνή συστάδα δέντρων. Μέσα στο μισοσκόταδο, η σιλουέτα της είναι απροσδιόριστη. Όμως σίγουρα είναι γυναικεία. Ένας αραχνοΰφαντος μανδύας κυματίζει και ταλαντεύεται αφήνοντας να φανεί ένα εξωανθρώπινα λυγερό και πανώριο κορμί. Πυκνά ξανθά μαλλιά ξεχύνονται σαν καταρράκτης στους λευκοφορεμένους ώμους της φιγούρας. Όσο πλησιάζει όλο και περισσότερα χαρακτηριστικά του προσώπου της γίνονται αντιληπτά. Είναι ένα πλάσμα υπερφυσικής ομορφιάς. Είναι μια νυχτερινή οπτασία που πλανιέται ανάμεσα στα φυλλώματα. Είναι μια νεράιδα.Οι νεράιδες των ελληνικών παραδόσεων είναι πλάσματα που δεν έχουν και τόσο καλή φήμη, παρά το συνήθως πανέμορφο παρουσιαστικό τους. Είναι εξαιρετικά κυκλοθυμικές και αρκεί μια μικρή «παρατυπία» εκ μέρους του ανύποπτου διαβάτη για να εκδηλωθεί η συνήθως καταστρεπτική οργή τους. Χορεύουν σε κυκλικούς χορούς κάτω από το φως των άστρων, συνήθως με τη συνοδεία αιθέριας μουσικής. Άλλες φορές πάλι ξεφαντώνουν στα «νεραϊδοτράπεζα» και αλίμονο στον άτυχο που θα τύχει να αγγίξει ένα τέτοιο. Μερικές φορές όμως καταλήγουν να ζουν στον κόσμο των ανθρώπων. Όταν καταφέρει κανείς και κλέψει το μαντήλι ή κάποιο αντικείμενο μιας νεράιδας, εκείνη γίνεται πιστή σκλάβα του και θαυμάσια σύζυγος. Όμως μερικές φορές ξεφεύγει και επιστρέφει πίσω στον Αλλόκοσμο. Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που οι νεράιδες αποπλανούν κατοίκους της υπαίθρου. Τα παιδιά που θα προκύψουν από αυτές τις εξωανθρώπινες σχέσεις, καταλήγουν τελικά στον κόσμο των μανάδων τους.Η νεράιδα των σύγχρονων ελληνικών θρύλων, παραπέμπει άμεσα στις αρχαίες νύμφες, οι οποίες συγκέντρωναν ακριβώς τα χαρακτηριστικά αυτά και ξεφάντωναν σε νυχτερινά γλεντοκόπια. Οι νύμφες αποτελούσαν το αγαπημένο «θήραμα» του Πάνα και της σεξομανιακής παρέας του. Περιστασιακά οι νύμφες έσμιγαν με ανθρώπους και θεωρούνταν φοβερά ζηλιάρες. Οι νεράιδες –όπως κι οι αρχαίες νύμφες- είναι επί μέρους εκδηλώσεις της αρχέγονης Μητέρας Θεάς που συναντάται σε διάφορους τόπους με διάφορα ονόματα -με τον ίδιο τρόπο που οι Σάτυροι και οι Σειληνοί είναι επί μέρους εκδηλώσεις του Πάνα.Ολόκληρα χωριά έχουν πάρει το όνομά τους από τις οπτασίες αυτές. Υπάρχουν τουλάχιστον 10 κοινότητες με το όνομα Νεράιδα, σε Θεσσαλία, Ήπειρο και Πελοπόννησο, ενώ τα τοπωνύμια με την ίδια λέξη ως συνθετικό, είναι κυριολεκτικά εκατοντάδες.

ΓΡΑΦΕΙ ΒΙΚΗ ΣΙΩΜΟΠΟΥΛΟΥ