Δέκα άντρες κολυμπούσαν στα νερά του Λέρεον, κινούμενοι προς τα σύνορα της αντίπαλης εχθρικής φυλής. Η αποστολή τους ήταν να περάσουν που στις εχθρικές γραμμές, στο εχθρικό έδαφος, να προξενήσουν δολιοφθορές και να καταγράψουν στοιχεία του εχθρικού στρατοπέδου.όλοι τους είχαν πάνω τους ψεύτικές ταυτότητες, ενώ έφεραν κωδικά ονόματα. Όμως η τύχη ποτέ δεν τα φέρνει όπως σχεδιάζει ο άνθρωπος. Με το που βγήκαν από τα νερά και πάτησαν το έδαφος, προχωρώντας μόλις λίγα μέτρα, ακούστηκαν ριπές από τα εχθρικά όπλα, που ήταν λες και τους περίμεναν. Εφτά από τους άντρες κυριολεκτικά γαζώθηκαν από τα πυρά, ενώ οι εναπομείναντες τρεις σύρθηκαν πίσω από κάποιους κοντινούς βράχους ώστε να καλυφθούν. Ο πιο νέος από αυτούς, σκέφτηκε ότι το παιχνίδι ήταν ήδη χαμένο και έκανε μια κίνηση να επιστρέψει εντελώς μόνος του στα νερά του Λέρεον. Δέχτηκε μια ριπή στην πλάτη και ακολούθησε και αυτός τους εφτά. Οι δύο άντρες που απέμειναν, σχημάτισαν την πεποίθηση, ότι κάποιος από τις δικές τους γραμμές τους είχε προδώσει, καθώς δεν μπορεί να ήταν τυχαίο το γεγονός ότι τους περίμεναν - άλλωστε ο ένας από τους δυο, δεν πίστευε ποτέ στην τυχαιότητα. Κρυμμένοι πίσω από τα βράχια προσπαθούσαν να δουν κενούς χώρους από ριπές, ώστε να διαφύγουν πίσω προς τις δικές τους γραμμές. Ξαφνικά ο ένας δέχτηκε ένα θανάσιμο χτύπημα στην κοιλιακή χώρα που το προκάλεσε ακατάσχετη αιμορραγία και πόνο. Μέσα στον πόνο του, πήρε την κάννη του όπλου του συντρόφου του, και σπρώχνοντάς την στον μέτωπο του, ζήτησε ψελλίζοντας από τον σύντροφο του να πυροβολήσει.
-Ξέρεις ότι δεν μπορώ να σε ακολουθήσω με τέτοιο σοβαρό τραύμα, δεν με αφήνει η αιμορραγία και ό πόνος. Σκότωσε με λοιπόν εσύ, δίνοντας ένα τέρμα στο μαρτύριο μου. Άλλωστε θα ήταν βλακώδες να αφήσεις να με πιάσουν οι εχθροί και να με βασανίσουν φρικτά.
Ο άλλος άντρας απομάκρυνε την κάννη από το μέτωπο του και είπε γεμάτος θυμό:
- Πάψε να είσαι ανθρωπόβλακας. Δεν έχω μάθει να αφήνω τους άντρες μου πίσω, θα βρούμε τρόπο να επιστρέψουμε και οι δύο.
Ο τραυματίας συνέχισε να στρέφει την κάννη στο μέτωπο του, λέγοντας του να του δώσει το τέλος που ζητούσε. Ο άλλος θυμωμένος είπε στον σύντροφο του “Μάλλον πρέπει να σε κάνω να το βουλώσεις”. Έσφιξε τη γροθιά του και χτύπησε με δύναμη στο πρόσωπο τον τραυματισμένο σύντροφο του, σε σημείο που έχασε τις αισθήσεις του. Βλέποντας ένα κενό σημείο, σύρθηκε προς τα νερά, ενώ ταυτόχρονα με το χέρι του έσερνε το σώμα του τραυματισμένου άντρα. Σκίζοντας τη στολή του έδεσε με ένα υποτυπώδη επίδεσμο το τραύμα, ώστε να σταματήσει την αιμορραγία. Μπήκε στο νερό, βλέποντας τα φώτα των φίλιων γραμμών απέναντι του και ξεκίνησε να κολυμπάει προς αυτά. Μετά από αρκετές ώρες σύρθηκε σε ένα βράχο στην απέναντι ξηρά και προσπαθώντας να καταλάβει που βρίσκεται, είδε ξαφνικά έναν άντρα με τα διακριτικά της χώρας του να στρέφει το όπλο του προς το μέρος του, ζητώντας να μάθει τα στοιχεία του. Εκείνος τράβηξε το περίστροφο του και είπε στον άντρα:
-Δεν έχω χρόνο για ηλιθιότητες, έρχομαι από αποστολή. Πήγαινε φέρε ενισχύσεις, υπάρχει τραυματίας που πεθαίνει.
Έπειτα, λύγισε στα πόδια του και λιποθύμησε. Κάπως έτσι, γεννήθηκε μεταξύ των δυο αντρών μια πολύ σημαντική φιλία. Μετά από πολλά χρόνια, ο παλιός τραυματίας, σε κάποιο τηλεφώνημα τους, είπε στον άντρα:
- Μην ξεχνάς ποιος είσαι. Το άτομο που έχεις επιλέξει δίπλα σου σε προδίδει.
Ο άντρας χαμογέλασε με αυτά τα λόγια και απάντησε:
- Διάολε, πως μπορούν να ξεχαστούν καταστάσεις όπως αυτές που ζήσαμε;
ΓΡΑΦΕΙ ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ