Ο Ευριπίδης (480 π.Χ. - 406 π.Χ.) ήταν Έλληνας τραγικός ποιητής και ένας από τους τρεις μεγάλους διδασκάλους του αττικού δράματος στο αρχαίο ελληνικό θέατρο. Ο Ευριπίδης, ευαίσθητος στα αιτήματα της εποχής του, με διάχυτη την ατμόσφαιρα απογοήτευσης και πικρίας, παρουσιάζει στο έργο του έναν κόσμο που δεν έχει τίποτα . Ο Ευριπίδης ανέπτυξε, ιδιαίτερα προς το τέλος της σταδιοδρομίας του, και ένα είδος τραγωδίας που το ονομάζουμε συνήθως τραγικωμωδία. Ο Ευριπίδης συμβολικά ,καταρχάς απορρίπτει σχεδόν όλο τον μύθο της Ωραίας Ελένης. Μας παρουσιάζει μια Ελένη, που χαρακτηρίζεται από την πίστη και την αφοσίωση της στον άντρα της και παλεύει μονίμως για να αποκαταστήσει την τιμή της, σε αντίθεση με την Ελένη του Μύθου που έχει ως βασικό χαρακτηριστικό την απιστία της και την αδιαφορία της για τα κακά που προκαλεί. Ακόμα ο Ευριπίδης προβάλει την Ελένη ως ένα τραγικό πρόσωπο. Μια από τις πιο αγαπημένες τραγωδίες του είναι οι Τρωάδες. Αν μείνει κανείς μόνο στο αντιπολεμικό τους περιεχόμενο (πολύ πριν τις ΜΚΟ) , μάλλον θα αδικήσει την σπουδαία τραγωδία. Το βασικό ερμηνευτικό κλειδί το δίνει ο ποιητής στον Πρόλογο. Εκεί συναντώνται δύο θεοί που κατά τη διάρκεια του δεκαετούς τρωικού πολέμου, βρέθηκαν σε αντίπαλα στρατόπεδα: ο φίλος των Τρώων, ο Ποσειδώνας, και η μεγάλη προστάτρια των Ελλήνων η Αθηνά. Πού γίνεται αυτή η συνάντηση; Μολονότι ο Κοσμοσείστης περιγράφει την ερειπωμένη τρωική πεδιάδα, βλέπουμε αργότερα τους ίδιους νικητές της Αθηνάς «μέσα στο ναό της ατίμασαν την Κασσάνδρα». Η πράξη αποτελεί σύμβολο όλων των ηθικών παραβάσεων που έκαναν και θα κάνουν οι νικητές, μεθυσμένοι από τη νίκη τους, λαίμαργοι για αίμα, ασύδοτοι, χωρίς το ελάχιστο μεγαλείο ψυχής να φερθούν ανθρώπινα στους νικημένους. Οι Τρωάδες γράφτηκαν περί το 415 π.Χ. Η Κασσάνδρα, σύμφωνα με το μύθο, κατέφυγε στο ναό της Αθηνάς για να γλιτώσει το θάνατο. Αγκάλιασε το ξόανο της θεάς, ζητώντας την προστασία της, ικέτιδα στη θεά που βοηθούσε τους Έλληνες. Εκεί την βρήκε ο Αίαντας ο Λοκρός και δεν σεβάστηκε ούτε το χώρο, ούτε το ιερό άγαλμα, ούτε την ιερατική ιδιότητα της μάντισσας. Το ζητούμενο παράλληλα είναι να μη φύγουν τα καράβια από την Αυλίδα διότι όταν σαλπάρουν, κανείς δεν θα είναι ο νικητής όπως λέει ο Ευριπίδης. Τη βιαιότητα και την απάνθρωπη μεταχείριση των ηττημένων σ’ έναν άλλο πόλεμο είχε στο νου του ο Ευριπίδης, όταν έγραψε την τραγωδία «Τρωάδες», τη μόνη σωζόμενη από την τριλογία για τον Τρωικό Πόλεμο. Όταν ο Μενέλαος ισχυρίζεται, πχ, στον διάλογό του με την Εκάβη, ότι ο πόλεμος της Τροίας δεν έγινε για μια γυναίκα, αλλά για την τιμωρία με εντολή του Διός, της καταπάτησης του ιερού θεσμού της φιλοξενίας από τον Πάρη, λέει τη μισή μόνο αλήθεια. Ο Ξένιος Ζευς έχει στείλει τιμωρούς στην Τροία τους δύο Ατρείδες για να ξεπλύνουν την προσβολή που του έγινε με την αρπαγή της Ελένης από τον Πάρη. Ο Μενέλαος, όμως, όπως και ο Αγαμέμνων πριν από αυτόν, κάνει ότι έχει ξεχάσει το αληθινό περιεχόμενο της εντολής του Δία, που είναι μια εντολή περιορισμένη, διεκδίκησης της Ελένης, με το καλό ή με το κακό. Οι Τρωάδες του Ευριπίδη αποτελούν την πρώτη σε παγκόσμιο επίπεδο σπουδή του σήμερα λεγόμενου “Συνδρόμου της Στοκχόλμης”, δηλαδή της δευτερογενούς εξάρτησης του θύματος από τον θύτη, του φυλακισμένου από τον δεσμοφύλακα και του αιχμαλώτου από τον δυνάστη. Σε καιρό πολέμου θα μπορούσαν να θεωρηθούν "επικίνδυνοι", δίνουν την μεγαλύτερη εικόνα και θυμίζουν πόσο ανθρώπινος είναι ή δεν είναι ο εχθρός, πόσο σχετική και στιγμιαία μπορεί να είναι η πολεμική υπεροχή και, πάνω από όλα, πόσο σημαντικό είναι ο άνθρωπος να παραμένει στο μέτρο.
ΓΡΑΦΕΙ ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ